Δευτέρα 5 Νοεμβρίου 2012

Ρατσιστική βία και κρατική συνενοχή

Τα στοιχεία που παρουσιάστηκαν από το Δίκτυο Καταγραφής Περιστατικών Ρατσιστικής Βίας δεν αποτελούν παρά ελάχιστο δείγμα του συνολικού φορτίου ρατσιστικής βίας. Μικρό ακόμα το δυναμικό του Δικτύου (εξάλλου, η καταγραφή της ρατσιστικής βίας αποτελεί πρωτίστως ουσιαστική και συμβατική υποχρέωση της Πολιτείας και δευτερευόντως αντικείμενο ακτιβισμού εθελοντών) και μεγάλος ο φόβος που εμποδίζει τα θύματα να μιλήσουν.

Τα βασικά συμπεράσματα έχουν να κάνουν με την ταυτότητα θυμάτων και δραστών και τις μεθόδους των επιθέσεων. Θύματα λοιπόν δεν είναι μόνο πρόσφυγες και μετανάστες, όπως πολλοί διατείνονται. Το ναζιστικό τέρας ακολουθεί και στην Ελλάδα την οδό των γεννητόρων του, στρεφόμενο κατά μειονοτικών, πολιτικών αντιπάλων, Ρομά και σεξουαλικών μειονοτήτων. Οι επιθέσεις σε δημόσιους χώρους συνδέονται με εξτρεμιστικές ομάδες. Οι δράστες κινούνται οργανωμένα, κάποτε έχοντας καλυμμένα τα πρόσωπά τους, ενώ έχει καταγραφεί και η συμμετοχή ανηλίκων. Σε πολλά περιστατικά τα θύματα αναφέρουν τη χρήση όπλων, όπως γκλομπ, αλυσίδες, σιδηρογροθιές, μαχαίρια και σπασμένα μπουκάλια, ενώ έχει καταγραφεί η πανομοιότυπη χρήση μεγαλόσωμων σκύλων. Το βασικότερο: η ρατσιστική βία δεν είναι ένα σκοτεινό και άγνωστο φαινόμενο. Στη χώρα μας έχει ονοματεπώνυμο: Χρυσή Αυγή. Σε πολλές περιπτώσεις τα θύματα αναγνώρισαν μέλη της ως δράστες των επιθέσεων. Η γενικότερη πρακτική της οργάνωσης συνιστά μια διαρκή έμμεση ανάληψη ευθύνης για τις ενέργειες αυτές. Πρόκειται, με άλλα λόγια για μια κατεξοχήν εγκληματική οργάνωση, για το νέο συνδικάτο του εγκλήματος.
 
Όμως μικρή πια σημασία έχει η διαρκής αναφορά στο «έργο» της νεοναζιστικής οργάνωσης. Το κύριο ζήτημα είναι η ώσμωση με τμήματα του κρατικού μηχανισμού. Το πρώτο αποτέλεσμα της ώσμωσης αυτής είναι ένα σημείο τομής μεταξύ της ρατσιστικής βίας και της αστυνομικής αυθαιρεσίας. Έχουμε δηλαδή έκνομες ενέργειες και πρακτικές βίας με ρατσιστικό κίνητρο από αστυνομικούς κατά την άσκηση των καθηκόντων τους και σε επιχειρήσεις ρουτίνας, όπως ενδεικτικά η κακομεταχείριση και η καταστροφή νομιμοποιητικών εγγράφων. Το δεύτερο αποτέλεσμα είναι η με πολλούς τρόπους αποτροπή της καταγγελίας. Ελάχιστα θύματα προβαίνουν σε σχετικές ενέργειες, είτε επειδή δεν διαθέτουν νομιμοποιητικά έγγραφα και κατά συνέπεια θα κρατηθούν προς απέλαση, είτε επειδή δεν πιστεύουν ότι θα βρουν δικαιοσύνη. Οι αρχές δηλαδή δεν τους αντιμετωπίζουν ως πιθανά θύματα εγκληματικής πράξης, αλλά δίνουν προτεραιότητα στον έλεγχο της νόμιμης διαμονής τους. Όμως έτσι παραβλέπεται η βασικότερη αρχή για την αντιμετώπιση της ρατσιστικής βίας: το δημόσιο συμφέρον δίωξης και αντιμετώπισης εγκλημάτων βίας πρέπει να υπερισχύει του δημόσιου συμφέροντος ελέγχου της παράνομης διαμονής αλλοδαπών στη χώρα. Δυστυχώς, στην ίδια γραμμή κινείται η ηγεσία του υπουργείου Προστασίας του Πολίτη και κατά τις πρόσφατες εξαγγελίες για νέες δομές κατά του ρατσιστικού εγκλήματος. Βασική μέριμνα ήταν η διαβεβαίωση ότι τυχόν καταγγελία ρατσιστικής επίθεσης δεν θα οδηγεί σε αναστολή απέλασης.

Το Δίκτυο Καταγραφής έχει επανειλημμένα προχωρήσει στη διατύπωση προτάσεων για την αντιμετώπιση της ρατσιστικής βίας, τη διαχείριση του εγκλήματος μίσους, την αντιμετώπιση της βίας από εξτρεμιστικές ομάδες, την αντιμετώπιση της αστυνομικής βίας με ρατσιστικό κίνητρο, την ενίσχυση του νομικού οπλοστασίου και τη δημιουργία επίσημου και ενιαίου συστήματος καταγραφής και παρακολούθησης των ρατσιστικών εγκλημάτων. Η αντίδραση των αρχών αποδεικνύει ανύπαρκτη επίγνωση του μεγέθους της νεοναζιστικής απειλής. Και βέβαια, η ίδια έλλειψη επίγνωσης επιδεικνύεται και στο γενικότερο ζήτημα της αστυνομικής αυθαιρεσίας. Η ισχυρότατη αίσθηση ατιμωρησίας των αστυνομικών υπαλλήλων και η ιδιότυπη «συναδελφική ομερτά» δεν δικαιολογούν καμιά αδράνεια από τη φυσική και πολιτική ηγεσία της Αστυνομίας. Το χαρακτηριστικό της νέας περιόδου της αστυνομικής αυθαιρεσίας είναι οι αυτονομήσεις, τα «μικρά πραξικοπήματα», που φανερώνουν μια δομική τάση προς ασυνταξία. Αξιοσημείωτη είναι επίσης η σαφής ιδεολογική σήμανση των αυτονομήσεων αυτών. Έχουμε άνδρες των ΜΑΤ που βρίσκονται σε ανοιχτή συνεννόηση με μέλη της Χρυσής Αυγής και δικυκλιστές της αστυνομίας που επαίρονται ανοιχτά πως ανήκουν στο νεοναζιστικό μόρφωμα. Δεν αντιμετωπίζουμε πια υπόγειες διαδρομές, αλλά εμφανείς θυλάκους της μαφιόζικης συμμορίας εντός της ΕΛ.ΑΣ. Η συνήθης διατύπωση πως η Χρυσή Αυγή έχει κατά καιρούς λειτουργήσει ως μακρύς βραχίονας των διωκτικών μηχανισμών τείνει να αντιστραφεί: μέρη της ΕΛ.ΑΣ. αποτελούν βραχίονα των ναζιστών. Ένας μηχανισμός έχει κυριεύσει ολόκληρα αστυνομικά τμήματα και αναπτύσσει συμπεριφορές οργανωμένου εγκλήματος. Ο μηχανισμός αυτός πρέπει να ξηλωθεί.

* Ο Κωστής Παπαϊωάννου είναι πρ. πρόεδρος της Εθνικής Επιτροπής για τα Δικαιώματα του Ανθρώπου, εκπρόσωπος του Δικτύου Καταγραφής Περιστατικών Ρατσιστικής Βίας

ΠΗΓΗ

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου